- ἐκφυλλοφορία
- ἐκφυλλοφορίᾱ , ἐκφυλλοφορίαfem nom/voc/acc dualἐκφυλλοφορίᾱ , ἐκφυλλοφορίαfem nom/voc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εκφυλλοφορία — ἐκφυλλοφορία (AM), Μ και ἐκφυλλοφόρησις καταδίκη γραμμένη σε φύλλα ελιάς, εξοστρακισμός, εξορία … Dictionary of Greek
ἐκφυλλοφορίαι — ἐκφυλλοφορίᾱͅ , ἐκφυλλοφορία fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκφυλλοφορίαν — ἐκφυλλοφορίᾱν , ἐκφυλλοφορία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Экфиллофория — • Έκφυλλοφορία (εκφυλλοφορει̃ν), предварительное исключение недостойных членов афинского совета через их сочленов; имя удалявшегося от должности писалось подававшими против него голос булевтами на листьях оливкового дерева. За сим… … Реальный словарь классических древностей
РУССКИЙ УКАЗАТЕЛЬ СТАТЕЙ — Абант Άβας Danaus Абанты Άβαντες Абарис Άβαρις Абдера Abdera Абдулонома Абдул Abdulonymus Абелла Abella Абеллинум Abellinum Абеона Abeona Абидос или Абид… … Реальный словарь классических древностей
πεταλισμός — ὁ, Α [πεταλίζω] η καταδίκη σε εξορία ενός πολίτη στις Συρακούσες που αποφασιζόταν με ψηφοφορία, με την αναγραφή τού ονόματός του σε φύλλο ελιάς, αλλ. εκφυλλοφορία ή εκφυλλοφόρησις (α. «οἱ μὲν Ἀθηναῑοι... ὠνόμασαν ἀπὸ τοῡ συμβεβηκότος ὀστρακισμόν … Dictionary of Greek